Γιατί η αφήγηση;


Μετά τους συγγραφείς και τους ποιητές τον Φρόϋντ και την ψυχανάλυση και πολλούς άλλους ήρθε και η νευροεπιστήμη να ανακαλύψει τον κατακερματισμένο εαυτό. Πράγματι ποιος δεν ανακάλυψε κρυμμένους εαυτούς στο υποσυνείδητο, το εγώ το υπερεγώ και το εκείνο, στην απλή διαδικασία των τύψεων. Σκεφτείτε π.χ. όταν έχετε τύψεις ποιος ακριβώς είστε αυτός που έχει την επιθυμία ή αυτός που σας κατηγορεί και στεναχωριέται για αυτή την επιθυμία;

Έτσι και η νευροεπιστήμη σκόνταψε αρκετές φορές στο φαινόμενο των πολλαπλών συνειδήσεων. Μία από τις πιο σημαντικές όταν προσπάθησε να δώσει λύση με χειρουργικό τρόπο σε μία από τις μορφές της επιληψίας που δεν αντιμετωπιζόταν φαρμακευτικά.

Όπως γνωρίζετε ο εγκέφαλος κατοικεί μέσα και περικλείεται από το κρανίο. Ο ίδιος όμως αποτελείται από δύο ημισφαίρια τα οποία συνδέονται και επικοινωνούν μεταξύ τους με μία παχιά δέσμη νευρώνων (νευραξόνων). Το δεξί ημισφαίριο χειρίζεται το αριστερό μέρος του σώματος (αριστερό χέρι, αριστερό πόδι, αριστερό αφτί και αριστερό οπτικό πεδίο) και το δεξί ημισφαίριο αντίστοιχα το αριστερό μέρος του σώματος. Τα δύο ημισφαίρια έχουν βέβαια και άλλες ειδικότητες. Ο χειρισμός του λόγου παραδείγματος χάριν είναι ειδικότητα του αριστερού ημισφαιρίου ενώ η αντίληψη του χώρου και ο χειρισμός του σώματος στο χώρο είναι ειδικότητα του δεξιού ημισφαιρίου.

Η επιληψία είναι μία νευρωνική καταιγίδα η οποία ξεκινάει από ένα σημείο στον εγκέφαλο (το σημείο που έχει την βλάβη) και συντονίζοντας σταδιακά τους νευρώνες επεκτείνεται σε όλο τον εγκέφαλο με τις γνωστές δυσάρεστες συνέπειες.

Κόβοντας το μεσολόβιο και αποσυνδέοντας τα δύο ημισφαίρια οι νευροεπιστήμονες κατάφεραν να εμποδίζουν την εξάπλωσή της σε όλο τον εγκέφαλο και να την σταματούν.
Αλλά μετά από πολλές παρατηρήσεις και πειράματα διαπίστωσαν ότι η χειρουργική επέμβαση άφηνε αυτούς τους ανθρώπους με δύο ξεχωριστές συνειδησιακές σφαίρες με την κάθε μία να έχει τις δικές της ικανότητες επιθυμίες και αισθήματα. Έπεφταν λοιπόν επάνω σε περίεργες συμπεριφορές ανθρώπων. Σε ανθρώπους που προσπαθούσαν με το ένα χέρι να ντυθούν ενώ το άλλο προσπαθούσε τουναντίον να τους γδύσει. Με το δεξί χέρι προσπαθούσαν να πιάσουν ένα βιβλίο να διαβάσουν ενώ το αριστερό χέρι το βούταγε και το πέταγε μακριά, Το ένα χέρι τους μπορεί να χάιδευε την γυναίκα τους ως εκπρόσωπος του ερωτευμένου ημισφαιρίου ενώ το άλλο να της επιτίθετο να την κτυπήσει.

Οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν συνείδηση αυτής της αντιφατικότητάς τους όπως και οι υγιείς άνθρωποι δεν έχουν συνείδηση του κατακερματισμένου εαυτού τους. Ένα από τα πιο επιτυχημένα πειράματα που χρησιμοποίησαν οι νευροεπιστήμονες (Roger Sperry and Michael Gazzaniga) για να μελετήσουν πως λειτουργεί αυτός ο μηχανισμός ήταν το ακόλουθο.

Στον διχοτομημένο εγκέφαλο του ασθενούς έδειξαν ταυτόχρονα δύο εικόνες. Στο δεξί οπτικό πεδίο (αριστερό ημισφαίριο) έδειξαν την εικόνα του ποδιού μιας όρνιθας ενώ ταυτόχρονα στο αριστερό οπτικό πεδίο (δεξί ημισφαίριο) έδειξαν την εικόνας της χιονισμένης εισόδου ενός σπιτιού. Το κάθε ημισφαίριο του ασθενούς είχε συνείδηση μιας διαφορετικής εικόνας χωρίς να ξέρει τι εικόνα βλέπει το άλλο ημισφαίριο.

Στην συνέχεια έδειχναν στον ασθενή διάφορες εικόνες και του ζητούσαν να διαλέξει την εικόνα που συνδεόταν πιο στενά με αυτό που είχε δει. Σε μια επίδειξη απόλυτης σύγχυσης ο ασθενής διάλεξε με το κάθε χέρι διαφορετική εικόνα. Με το δεξί χέρι (αριστερό ημισφαίριο) διάλεξε την εικόνα της κότας ενώ με το αριστερό χέρι (δεξί ημισφαίριο) διάλεξε την εικόνα ενός φτυαριού. Όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει τις διαφορετικές απαντήσεις είπε «Α! αυτό είναι εύκολο το πόδι της κότας ταιριάζει με την κότα και χρειάζεσαι ένα φτυάρι για να καθαρίσεις το κοτέτσι».

Αντί να παραδεχτεί το μπέρδεμα μετέτρεψε την σύγχυσή του σε αληθοφανή ιστορία. Αυτή την λειτουργία του αριστερού ημισφαιρίου που χειρίζεται τον λόγο την συνάντησαν σε πολλά πειράματα και την ονόμασαν “The interpreter” δηλαδή ο «ερμηνευτής» ή «ο αφηγητής» θα μπορούσε κανείς καλλίτερα να πει.

Και με τα λόγια του συγγραφέα «Με τον ίδιο τρόπο που ο μυθιστοριογράφος πλάθει μια αφήγηση, το άτομο δημιουργεί την αίσθηση της ύπαρξης. Με απλά λόγια ο εαυτός είναι το δικό μας έργο τέχνης, μια μυθιστορία πλασμένη από τον εγκέφαλο με σκοπό να βγάλει νόημα από την ίδια του την απουσία ενότητας…. Αν δεν υπήρχε αυτός, τότε δεν θα υπήρχε τίποτε. Θα ήμασταν ένας εγκέφαλος γεμάτος χαρακτήρες που μάταια αναζητούν ένα συγγραφέα»(Tζόνα Λέρερ, O Προύστ ήταν νευροεπιστήμονας). Θυμηθείτε το έργο του Λ. Πιραντέλο «Six characters in search of a play”.

4 σχόλια:

Ειρήνη είπε...

Πολύ ενδιαφέρον. Άρα αυτό που βλέπουμε εμείς κι αυτό που βλέπουν οι άλλοι στον εαυτό μας, πολύ δύσκολα συμπίπτει.
Ευχαριστούμε και γι' αυτό το σφηνάκι και τα κεράσματα της μουσικής. Περιμένουμε κι άλλα.

dimokratis είπε...

Ωραία πολύ. Και αρκετά ενδιαφέρουσα η περίπτωση της παράξενης λειτουργίας του αριστερού ημισφαιρίου. Αν η πλαστικότητα του εγκεφάλου, η ικανότητά του δηλαδή να προσαρμόζεται σε εμπειρίες και ερεθίσματα του περιβάλλοντος, προσφέρει δυνατότητα εγκλιματισμού ακόμη και σε μια τέτοια κατάσταση (-1 ημισφαίριο), τότε είναι πράγματι εύλογο το ερώτημα-τίτλος της ανάρτησης: "γιατί η αφήγηση;"
Σκέφτομαι πως για να προκύψει αυτή η ανάδυση του εαυτού μέσα από τη σύνδεση επιμέρους στοιχείων (που δεν έχουν να κάνουν σχέση με αυτόν ή τη συνείδηση) πρέπει να υπάρχει μια αντιπαράθεση. Σύγκριση του εαυτού με κάτι που δεν είναι εαυτός, εξαιτίας της ύπαρξης στοιχείων που τα διαφοροποιούν. Και, ειδικότερα, η απόλυτη διαφοροποίηση προέρχεται από τη σύγκριση ενός και μοναδικού στοιχείου, χωρίς αυτό να είναι η ύπαρξη ή μη του εαυτού, καθώς οδηγούμαστε σε αυτοαναφορά, η οποία δεν μπορεί να είναι γεννεσιουργός της σύγκρισης. Αυτό όμως προϋποθέτει την ύπαρξη "οντοτήτων" που έχουν την ικανότητα να ξεχωρίζουν δύο αντίθετες υποστάσεις (π.χ. η ιδιότητα και ή μη ιδιότητα), τις οποίες έχει δημιουργήσει το μυαλό μας στην αναζήτηση μοντέλων για τη λειτουργία της φύσης (π.χ. θετικό-αρνητικό ηλεκτρικό φορτίο). Αν πράγματι υπάρχουν οι συγκεκριμένες οντότητες, το μόνο που χρειάζεται είναι να πάμε βαθύτερα στο πηγάδι της αναζήτησης, βρίσκοντας τον πάτο και την αρχική αλληλεπίδραση. Άρα, τελικά, θα έλεγα αφήγηση επειδή αναγνωρίζω την απουσία της. Εδώ γεννάται το ερώτημα της "αντικειμενικότητας" του μυαλού, της δυνατότητάς μας να αναφερόμαστε σ' αυτό πέρα απ' αυτό.

ΛΟΒΟΣ είπε...

Δήμο, σε ευχαριστώ για το σχόλιο σου το οποίο ελπίζω να κατάλαβα σωστά.
Η σύγκριση του εαυτού με κάτι που δεν είναι εαυτός ("αντιπαράθεση") προϋποθέτει πλήρη συνείδηση των προς σύγκριση στοιχείων πράγμα που δεν υπάρχει τουλάχιστον στο υπο συζήτηση παράδειγμα. Αντικειμενικότητα του μυαλού και δυνατότητα να αναφερόμαστε σε αυτό πέρα από αυτό επίσης δεν υπάρχει γιατί αυτό προϋποθέτει ένα μυαλό μέσα στο μυαλό που αντιλαμβάνεται (βλέπει) "κάποια συγκεκριμένη περιοχή στο εγκέφαλο δηλαδή - ένα καρτεσιανό θέατρο - όπου συνταιριάζονται όλες οι αποσπασματικές λειτουργίες πράγμα που επίσης δεν υπάρχει. Η αφήγηση είναι το μόνο εργαλείο που μπορεί να προσδώσει μιά ενότητα με κόστος την "πραγματικότητα".

ΛΟΒΟΣ είπε...

Ειρήνη σωστά μεν δεν συμπίπτει αυτό που βλέπουν οι άλλοι στον εαυτό μας με αυτό που βλέπουμε εμείς αλλά στο παράδειγμά μας δεν συμπίπτει ούτε τι βλέπει ο μισός μας εγκέφαλος με το τι βλέπει ο άλλος μισός και χρειάζεται να τα ενώσουμε με μία αφήγηση, μία ιστορία.